Ce n’est qu’un début, continuons le combat. (Υστερόγραφο)

298822_477428002276823_1088095325_n

Ce n’est qu’un début, 
continuons le combat

Δεν ήταν παρά η αρχή. Η μάχη συνεχίζεται.

Η αλήθεια είναι ότι αρκετό καιρό τώρα σκεφτόμασταν αν έπρεπε να γράψουμε το κείμενο αυτό. Όλο λίγο το καθυστερούσαμε μήπως και το αποφεύγαμε. Ίσως και να σκεφτόμασταν ότι μέσα σε τόσα που συμβαίνουν, τι σημασία έχει άλλο ένα κείμενο. Ποιος και ποια θα το διαβάσει και γιατί να τoν/την ενδιαφέρει;

Όμως, ειδικά στα αποχαιρετιστήρια κείμενα αυτού του τύπου σπάνια γράφεις για τους άλλους. Συνήθως γράφεις για σένα. Έτσι κι εμείς. Θα μας επιτρέψετε να γράψουμε το κείμενο αυτό κυρίως για μας. Για την «ανοιχτή κολεκτίβα νέων» που συγκεντρώθηκε σε αυτή τη «γωνιά του κυβερνοχώρου», όπως γράφαμε στην ταυτότητα της Λέσχης, στις 15 Φεβρουαρίου του 2011.

Πέρασαν από τότε τρεισήμισι χρόνια. Και ήρθε η αραβική άνοιξη, και οι εργάτες του Ουισκόνσιν και οι πλατείες της Μαδρίτης που μας χαιρετούσαν. Και μετά ήρθε το Σύνταγμα και οι δικές μας πλατείες, και οι συνελεύσεις μας, και η περικύκλωση (θυμάστε;) της Βουλής. Και οι συγκρούσεις κείνο το Φλεβάρη και οι καπνοί. Και πέρασαν οι καπνοί, κι έσβησαν οι φωτιές. Και ήρθανε στρατόπεδα συγκέντρωσης και υγειονομικές βόμβες, και ήρθανε και σβάστικες και μαχαίρια. Και μετά είδαμε εκείνη την όμορφη κοπέλα με ένα κόκκινο φόρεμα να τη γεμίζουν χημικά στην άλλη όχθη του Αιγαίου. Είδαμε και εργοστάσια να λειτουργούν χωρίς αφεντικά και κόσμο να τραγουδά για να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα έξω από ραδιομέγαρα. Και σηκωθήκαμε, αλλά μας πήραν την ανάσα στο Κερατσίνι. Όμως η οργή που κατέκλυσε το δρόμο μας ξύπνησε ξανά και μας είπε να μην κλάψουμε και να μη φοβηθούμε. Φοβηθήκαμε ξανά με τις φωτιές στην Οδησσό να απανθρακώνουν τ’ αδέλφια μας. Και ύστερα ήρθαν πάλι οι κάλπες και ελπίδες και τρόμος και, και. Πολύς τρόμος, αλλά θα νικήσει η ελπίδα είπαμε όταν μια καθαρίστρια μας χτύπησε τον ώμο και μας είπε ότι θα νικήσουμε. Κι αν αυτά σε κάποιους/ες φαίνονται μελό και αν είναι από ατσάλι, εμείς δεν είμαστε. Και ξέρουμε ότι στην ιστορία αυτοί κι αυτές που χλεύαζαν εύκολα τις ελπίδες και τους τρόμους δεν ήταν αυτοί και αυτές που βάδιζαν με χαμόγελο ακόμη και στα εκτελεστικά αποσπάσματα.

Ας επιστρέψουμε στα δικά μας. Τρεισήμισι χρόνια ή ένα αιώνας. Τόσος πέρασε από τη 15η του Φλεβάρη του 2011 που εμφανίστηκε στο διαδίκτυο η Λέσχη. Τρεισήμισι χρόνια με ελπίδες, με ήττες, με χαρές και απογοητεύσεις. Και ερχόμαστε σήμερα και είναι όλα διαφορετικά. Και πρώτα και κύρια εμείς. Εμείς που μεγαλώσαμε, καβαλήσαμε ορισμένοι/ες τα τριάντα, άλλοι/ες τα φτάνουμε σιγά σιγά. Εμείς που συνδέσαμε λίγο ή πολύ τη ζωή μας, τα διαβάσματα και τα γραφτά μας, με τη Λέσχη Ανυπόταχτης Θεωρίας. Εμείς που αλλάξαμε χώρες και πόλεις ή ξεμείναμε στο παιδικό μας δωμάτιο, που βρήκαμε και χάσαμε δουλειές, που συμπληρώσαμε ή απωλέσαμε συνοδοιπόρους στη ζωή μας, που ανακαλύψαμε, ανακαλύπτουμε ή δε θα ανακαλύψουμε ποτέ ένα σταθερό μονοπάτι για να πατήσουν τα πόδια μας.

Και είμαστε τώρα εδώ, έτοιμες για μεγάλες αποφάσεις (ή μηδαμινής σημασίας επιλογές). Πότε αποκαρδιωμένοι και πότε ορεξάτοι, σα στρατιώτες που κάθονται λίγο αμήχανοι προσπαθώντας να καταλάβουν αν νίκησαν ή έχασαν, αν έδωσαν εν τέλει τη μάχη ή αν θα τη δώσουν στο μέλλον. Όμως πάντα, όπως πριν, πεισμένες. Για τη σωστή πλευρά που διαλέξαμε. Για αυτούς και αυτές που θα μας συντροφεύσουν σε όλη μας της ζωή, για αυτούς που παραμένουν αιώνες αδικαίωτοι και για αυτούς που μέλλονται για να ρθουν. Τους ανθρώπους και τους σεισμούς. Πεισμένοι και αποφασισμένες για τη μεγάλη υπόθεση της χειραφέτησης που για κάποιο περίεργο λόγο νομίζουμε ότι κουβαλάμε κι εμείς στην πλάτη μας. Και που όταν κάποια στιγμή ανοιχτεί το κιβώτιο δε θα είναι κενό. Ή κι αν είναι κενό μπορεί να χουμε φτάσει στο ζητούμενο προορισμό. Κι αυτό στην περίπτωση της Λέσχης μας, μιας λέσχης αθεράπευτα – αλλά όχι χαζοχαρούμενα – αισιόδοξων, γεμίζει με νόημα τις τραγικές και μεγαλειώδεις στιγμές του ταξιδιού και επιτρέπει στη μεγάλη περιπέτεια πάντα να συνεχίζεται.

Να γιατί το κείμενο αυτό δεν είναι μια ακόμα μελαγχολική και λυπημένη ομολογία από αυτές που με μίσος, συμπόνια και συγκίνηση πετυχαίνουμε συχνά στο διαδίκτυο. Από αυτά τα κείμενα που τόσο κατανοούμε αλλά και τόσο μας εκνευρίζουν. (Τι φλυαρείς για τις χαμένες ευκαιρίες και καταθέτεις τα όπλα, δειλέ, πριν καν ακόμα πολεμήσεις στα σοβαρά;, καταγγέλλουμε συχνά με αυστηρό ύφος, επιπλήττοντας πρώτα από όλα τον εαυτό μας). Το λέει και ο τίτλος της ανάρτησης αυτής. Δεν ήταν παρά η αρχή, η μάχη συνεχίζεται. Κάτι μας είπατε, θα πει κάποιος, η μάχη ούτως ή άλλως πάντα θα συνεχίζεται. Όμως δεν αναφερόμαστε έτσι γενικά. Αναφερόμαστε στη δική μας μικρή  μάχη που συνεχίζεται. Σπουδαία ή όχι, κρίνεται, αλλά θα συνεχισθεί. Είναι η μάχη του πληκτρολογίου μια μάχη με νόημα; Υπό προϋποθέσεις, απαντάμε ναι, κι αυτή είναι μια από τις πιο θετικές εμπειρίες που αποκομίσαμε στη Λέσχη. Δεν καταθέτουμε λοιπόν τα πληκτρολόγιά μας. Ωστόσο, αυτό το μέσο, αυτή η γωνιά, έφτασε η ώρα που ολοκλήρωσε τον κύκλο της.

Όσες και όσοι παρακολουθούσατε και συμμετείχατε με το δικό σας τρόπο στο εγχείρημα θα έχετε καταλάβει ότι εδώ και καιρό υπάρχει αδυναμία να συντηρηθεί με όρους στοιχειωδώς ικανοποιητικούς. Η ροή των αναρτήσεων γίνεται σπάνια και με δυσκολία, τα πρωτότυπα κείμενα και μεταφράσεις είναι εξαιρετικά λίγα ενώ ακόμα και η συλλογή και αναδημοσίευση υλικού γίνεται ελλειμματικά. Ούτως ή άλλως, ουδέποτε ήταν στόχος της Λέσχης να στηρίζεται σε υλικό αναδημοσιεύσεων ή στην απλή παράθεση κειμένων και ειδήσεων. Αντιθέτως, αυτό που κυρίως μας ενδιέφερε ήταν η παρουσίαση των σκέψεων, των θεωρητικών προσπαθειών, των επιστημονικών εργασιών και των πολιτικών τοποθετήσεων ενός αρκετά μεγάλου κύκλου ανθρώπων που έβαλε το δικό του λιθαράκι σ’ αυτή την προσπάθεια. Δεν κρύψαμε ποτέ την πολιτική μας στράτευση και την κομμουνιστική μας αναφορά. Όμως, δεν επιδιώξαμε η Λέσχη να παίξει το ρόλο ενός ιστολογίου άμεσης πολιτικής παρέμβασης ή τουλάχιστον επιδιώξαμε να μην περιορίζεται στην άμεση πολιτική τοποθέτηση, την οποία στη ζωή μας πέρα από τη Λέσχη σε καμία περίπτωση δεν υποτιμήσαμε.

Ίσως, κάπου χάσαμε το κέντρο βάρους. Λίγο άρθρα παρέμβασης, λίγο δημοσιογραφία, λίγο διεθνείς εξελίξεις, λίγο ποίηση και λίγο ακαδημαϊκή έρευνα. Λίγο από όλα. Αχταρμάς δηλαδή, θα έλεγε κανείς. Κι αν χάθηκε όμως κάπου κάπου το κέντρο βάρους, ήταν μιας ειλικρινής και με καλές προθέσεις απώλεια. Ίσως αυτό το μείγμα να εξέφραζε στ’ αλήθεια τους συντελεστές του ιστολογίου, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση της ζωής τους. Και νομίζουμε, ότι αυτό έδινε ένα ενδιαφέρον και πρωτότυπο χαρακτήρα στη Λέσχη, στα διαστήματα που αυτή λειτούργησε, όπως θέλαμε. Αν και τίποτα το ανθρώπινο δε μας είναι ξένο, προσπαθούμε συλλογικά οι θαμώνες της Λέσχης να καταπολεμούμε τάσεις ματαιοδοξίας. Άλλωστε, ποτέ δεν είχαμε καμιά μεγαλομανία ή αίσθηση – αυταπάτη ότι η Λέσχη από μόνη της σηματοδοτούσε κάτι τρομερό. Στις καλύτερες στιγμές της, τη βλέπαμε σαν ένα πετραδάκι μέσα στο μωσαϊκό εν τω γίγνεσθαι, που κορφολογούσε απ’ τον καθένα ό,τι πιο καλό είχε και το ‘φερνε μαζεμένο στη μάχη, για να θυμηθούμε και τον αγαπημένο Τσίρκα απ’ τον οποίο εμπνευστήκαμε το όνομα που κατάφερε να γίνει και η ψυχή μας.

Επειδή, όμως, ως γνωστόν, η σύγχυση είναι ένα σημάδι των καιρών που δε μας αρέσει καθόλου, το λίγο απ’ όλα στη μορφή προσπαθήσαμε να μην οδηγεί σε έναν εκλεκτικισμό στο περιεχόμενο. Είμαστε πολύ χαρούμενοι και χαρούμενες για την ποικιλομορφία της μεταφραστικής μας δουλειάς. Σιχαινόμαστε άλλωστε εκείνη την παλιά αντίληψη ιερατείων που νομίζανε ότι θα «σωθούν» από στοχαστές που δεν ήταν του γούστου τους επειδή θα τους αποκρύβανε. Αυτό που δεν ξέρουμε αν καταφέραμε, στο βαθμό τουλάχιστον που θα θέλαμε, είναι το αν η κάθε άποψη, μετάφραση, κριτική που φερνε ο καθένας και η καθεμιά μας στη Λέσχη μπορούσε να δίνει στο «μωσαϊκό εν τω γίγνεσθαι» μια αναγκαία συνοχή. Και για να μη μιλάμε με γρίφους, αν αρχικός μας σκοπός ήταν η συμβολή σε αυτό που (θα του βάλουμε πολλά επίθετα, αλλά και κανένα να μη βάζαμε το ίδιο θα ήταν, μετά από τόσο καιρό, μεταξύ μας τουλάχιστον, καταφέραμε να συνεννοούμαστε) αποκαλούμε δημιουργικό, αντιδογματικό, ανανεωμένο, μαχόμενο, underground, επαναστατικό, επαναθεμελιωμένο κ.ο.κ. μαρξισμό, ποιό ήταν τελικά και πώς κρίνεται το μέτρο αυτής της συμβολής μας; Κάναμε κάτι για τον Μαρξ που έφυγε από τις προθήκες των αγαλμάτων; Για έναν Λένιν πιο ζωντανό από τους ζωντανούς; Αυτό είναι ένα ερώτημα που θέλουμε να αφήσουμε, για διάφορους λόγους, ανοικτό.

Σ’ αυτό τον αποχαιρετισμό δε θέλουμε να δώσουμε βάση σε αρνητικά σημεία ή αυτοκριτικές και με επιδεξιότητα αποφεύγουμε τις πιο δύσκολες απαντήσεις. Εδώ θέλουμε να βλογήσουμε λίγο και τα γένια μας. Νιώθουμε ιδιαίτερη χαρά και περηφάνια, και θέλουμε να το τονίσουμε, για κείνα τα κείμενα που αν δεν υπήρχε η Λέσχη θα μεναν καταχωνιασμένα σε κάποιο συρτάρι ή σε κάποιο ξεχασμένο αρχείο ενός παλιού σκληρού δίσκου. Για τα αγχωμένα μηνύματα τα οποία ανταλλάσσαμε μεταξύ μας, σε μια ανάρτηση που είχε το χαρακτήρα μιας πιο ελεύθερης προσωπικής έκφρασης και συνάμα «έκθεσης». Για τα ξημερώματα που μας βρήκαν πάνω από πληκτρολόγια σε τόσες διαφορετικές χώρες, ακόμα και ηπείρους. Για εκείνο το μεγάλο κομμάτι της γενιάς μας που μοιράστηκε τις ουρές αεροδρομίων, αλλά είχε πάντα το νου και την καρδιά πίσω και μοιράζονταν σκέψεις, μετέφραζε ή έστελνε ανταποκρίσεις από τα πιο διαφορετικά μήκη και πλάτη του πλανήτη. Για τις κοινές αναζητήσεις και γόνιμες αντιπαραθέσεις με μπλογκς από όλο το φάσμα της ευρύτερης αριστεράς και αυτονομίας. Για άλλες παρέες που γνωριστήκαμε στη διαδρομή όπως τα παιδιά από τη Λεύγα, ή από το RedNotebook ή τόσα άλλα. Για τις αναδημοσιεύσεις των αναρτήσεών μας. Για την αξιοποίησή τους σε πολιτικές – συνδικαλιστικές παρεμβάσεις, ακαδημαϊκές εργασίες, προσωπικούς στοχασμούς. Και πολύ θα θέλαμε να ξέρουν πόσο πολλά σήμαινε για μας όταν μάθαμε για δυο φίλες που αξιοποίησαν υλικό της Λέσχης για εκπαιδευτικούς σκοπούς.

Για αυτές τις λιγότερες ή περισσότερες ώρες που πολλοί και πολλές περάσαμε μαζί σα συνωμότες μιας ιδιαίτερης εκφοράς λόγου και κοινωνικής κριτικής, μιας κοινής χαρτογράφησης που πειραματιζόταν με κοινωνικές και πολιτικές γεωγραφίες με τη σιγουριά πως «κι όμως κινείται». Μπορεί να σιγοτραγουδήσαμε μαζί ένα τραγούδι, να εξοργιστήκαμε σε μια μεγάλη αδικία, να συγκινηθήκαμε στην ανάμνηση μιας ηρωικής απόφασης ή στο κοινό βίωμα μιας μεγάλης στιγμής. Όλους αυτούς και αυτές που μοιραστήκαμε κοινές εικόνες στις οθόνες μας, θέλουμε να ευχαριστήσουμε και να χαιρετήσουμε. Τις χιλιάδες που επισκέπτονταν το blog, τους σχεδόν δέκα χιλιάδες φίλους και φίλες της σελίδας στο Facebook και ειδικά τους εκατοντάδες που συνέβαλαν έστω και λίγο στη δουλειά που αυτά τα χρόνια κάναμε.

Είναι προφανές ότι δε χανόμαστε. Ούτε σκορπίζουμε. Στη μη ηλεκτρονική ζωή (που είναι ερώτημα πόσο περισσότερο πραγματική όντως είναι ή πρέπει να γίνει) αλλά και στα διαδικτυακά μονοπάτια θα βρισκόμαστε διαρκώς, απλά σε άλλα «υλικά και μη» στέκια και πάνω απ’ όλα στους δρόμους της φωτιάς. Συμφωνούμε μέχρι κεραίας με εκείνη την εκτίμηση που κάναμε το Φλεβάρη του ’11 ότι πρέπει να διαμορφωθούν «χώροι», όπου η θεωρητική δραστηριότητα δε νοείται μόνον σαν «ατομική» διαμόρφωση συνεκτικών εννοιών στο εσωτερικό ενός συστήματος, αλλά επίσης και προπαντός σαν πολιτισμική πάλη που αποβλέπει στο να μεταμορφώσει, αυτό που ο Γκράμσι αποκαλούσε, χωρίς τον παραμικρό ελιτισμό «λαϊκή «νοοτροπία»». Κι αυτή η εκτίμηση προσδιορίζει κάπως πιο συγκεκριμένα τι εννοούμε όταν λέμε ότι η μάχη συνεχίζεται. Και το εννοούμε. Και η παρέα της Λέσχης δε διαλύεται για να εξακοντιστούμε στις ατομικές τροχιές μας. Αντιθέτως, όλα όσα μας χάρισε αυτή η συντροφιά θα μπουν για τα καλά στα μπαγκάζια μας για τα επόμενα ταξίδια, όλος ο πλούτος και η συντροφικότητα θα μας δείχνει το δρόμο για τις νέες συλλογικές μας εκτινάξεις. Συλλογικά, όχι ατομικά. Ποτέ πια μόνοι και μόνες, το μάθαμε αυτό τρεισήμισι χρόνια τώρα.

Όπως θα έχετε ίσως αντιληφθεί, πολλές και πολλοί από τους συντελεστές της Λέσχης συμμετέχουν ήδη σε διάφορες έντυπες και ηλεκτρονικές προσπάθειες. Άλλοι συντηρούν ατομικά ή συλλογικά ιστολόγια. Κείμενα τους μπορεί να βρείτε σε έντυπα και εφημερίδες της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Για επιστημονικές απόπειρες, υπάρχουν πάντα οι σημαντικές προσπάθειες που γίνονται σε περιοδικά μαρξιστικής αναζήτησης. Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στο σημαντικό έργο που γίνεται στην αυτοδιαχειριζόμενη ΕΡΤ3 με συμμετοχή θαμώνων της λέσχης. Για κείμενα πολιτικών παρεμβάσεων οι φίλοι από την Pandiera και το AristeroBlog, αλλά και από ευρύτερα μέσα της Αριστεράς, είμαστε σίγουροι ότι θα μας φιλοξενήσουν όποτε χρειαστεί. Τέλος, σε μια νέα προσπάθεια που ξεκίνησε λίγο καιρό πριν, το Περιοδικό για τη διατάραξη της κοινής ησυχίας, έχουν ήδη αρχίσει να συμμετέχουν πολλοί από όσους/ες έγραφαν στη Λέσχη. Ίσως θα μπορούσε η Λέσχη να συνεχίσει την πορεία της, συγκεντρώνοντας το υλικό που παράγεται για άλλες προσπάθειες,. Κάτι τέτοιο όμως θα μετασχημάτιζε το χαρακτήρα της και δεν το θέλουμε.

Η απόφαση μας είναι η εξής: Πέφτουνε τίτλοι τέλους. Η ανάρτηση αυτή θα είναι η τελευταία του παρόντος ιστολογίου. Το ιστολόγιο δεν κλείνει, αλλά θα παραμείνει «στον αέρα» για να μπορούν όσοι θέλουν να ανατρέχουν σε παλαιότερα κείμενα. Άλλωστε, όπως γράφτηκε και στη μεταξύ μας συζήτηση για το μέλλον της, η Λέσχη αποτελεί ένα διαδικτυακό αρχείο επικαιρότητας, σκέψεων και αναλύσεων και πρέπει να παραμείνει ως έχει για οποιονδήποτε, οποιαδήποτε στιγμή, θελήσει να ανατρέξει σε αυτό. Τα ηλεκτρονικά μας αποτυπώματα θα μείνουν ως χνάρια μιας συλλογικής μνήμης, με χαρακτήρα ας πούμε ημερολογίου. Αφού έτσι έχουν τα πράγματα, θα μπορούσε να μην ανακοινωθεί και τίποτε για τη λήξη της. Πώς να αντισταθείς όμως στον πειρασμό να γράψεις δυο, τρία λόγια; Πολλοί και πολλές απ’ όσους ενδιαφερόμαστε να συνεχίσουμε μια δουλειά μεταφράσεων και θεωρητικών κειμένων, θα τη διοχετεύσουμε σε μια στήλη με το όνομα της Λέσχης στο Περιοδικό. Δεν αποτελεί τη συνέχεια του ιστολογίου, αλλά μια συνεργασία με συγκεκριμένο στόχο, μια «υπενοικίαση» μιας μικρής στέγης για ένα μόνο κομμάτι της μέχρι τώρα δουλειάς μας. Η σελίδα στο Facebook θα συνεχίσει να υπάρχει, με μια πιο αραιή ροή αναρτήσεων. Σε αυτή θα δημοσιεύονται κείμενα ή δραστηριότητες που θα συνεχίσει να έχει η παρέα της Λέσχης σε άλλα μέσα.

Όσοι/ες ξενερώνετε με τέτοια κείμενα και μας αγαπάτε συμπαθάτε μας. Όσοι/ες δε μας αγαπήσατε ποτέ δεν πειράζει. Δεν κακοκαρδίζουμε κανέναν και καμιά σ’ αυτό το κείμενο. Η γιορτή του αποχαιρετισμού είναι γι’ αυτούς/ες που πάντα καταλαβαινόμαστε με μια ματιά ή τελοσπάντων το αντίστοιχό αυτής της ματιάς που κατακτήσαμε στα κοινωνικά δίκτυα. Για σας, το λοιπόν, ό,τι είπαμε ισχύει κι ας μείνει μεταξύ μας! Ίσως να βγήκε πιο μεγάλο από όσο χρειαζόταν το κείμενο αυτό. Ίσως και να του δώσαμε μεγαλύτερη διάσταση απ’ ότι έπρεπε. Αλλά, όπως είπαμε και στην αρχή, για εμάς γράφουμε πάνω από όλα. Για εμάς που η απόφαση αυτή, χωρίς ευκολία παίρνεται. Αλλά έτσι είναι το καλύτερο. Από την αρχή η Λέσχη ήταν σαν μια καλή παρέα που μοιρασμένη σε μάχες και ρουτινιάρικες καθημερινότητες, μεγάλες νύχτες, και μικρά ξημερώματα, τρόμους κι ελπίδες, συζητούσε πίνοντας κρασί για την αλλαγή του κόσμου, ξέροντας καλά ότι ο κόσμος δεν αλλάζει με συζητήσεις, ούτε όμως και χωρίς αυτές.

Τώρα, η καλή παρέα αφού τέλειωσε και το τελευταίο καραφάκι, ετοιμάζεται για μια νέα οινοποσία κάποια επόμενη μέρα. Αλλά πάντοτε, όπως έλεγε κι ο ποιητής, τα φιλιά μας γυρνάνε στα παλιά τους λημέρια.

Εις το επανιδείν.

 Ce n’est qu’un début 
continuons le combat

(Η παρέα της Λέσχης Ανυπόταχτης Θεωρίας)

ΥΓ.1: Αν μας ξέρατε καλά, κι αν διαβάσετε αυτό το κείμενο ένα μοναχικό βράδυ, ακούστε και κάτι ακόμα. Αν θέλετε. Εμείς πολλές φορές ακούγαμε τη Brigitte και περιδιαβαίναμε σε αυτά τα ηλεκτρονικά μονοπάτια.

ΥΓ.2: Και παρακαλώ όχι κουτσομπολιά. Ο μακαρίτης τα σιχαινόταν.

 

Σχολιάστε